Description
“Μητέρα, μεγαλόψυχη στον πόνο και στη δόξα,
Κι’ αν στο κρυφό μυστήριο ζουν πάντα τα παιδιά σου
Με λογισμό και μ’ όνειρα, τί χάρ’ έχουν τα μάτια,
Τα μάτια τούτα, να σ’ ισούν μες στο πανέρμο δάσος,
Που ξάφνου σου τριγύρισε τ’ αθάνατα ποδάρια
(Κοίτα) με φύλλα της Λαμπρής, με φύλλα του Βαϊώνε!
Το θεϊκό σου πάτημα δεν άκουσα, δεν είδα,
Ατάραχη σαν ουρανός μ’ όλα τα κάλλη πόχει,
Που μέρη τόσα φαίνονται και μέρη ‘ναι κρυμμένα
Αλλά, Θεά, δεν ημπορώ ν’ ακούσω τη φωνή σου,
Κι’ ευθύς εγώ τ’ Ελληνικού κόσμου να τη χαρίσω;
Δόξα ‘χ’ η μαύρη πέτρα του και το ξερό χορτάρι”.
(Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Σχ. Γ’, 1)