Description
“Είκοσι Ιουλίου, το θυμάσαι πολύ καλά, είχε γίνει η μεγάλη καταστροφή. Ξύπνησες το πρωί και ήταν η λεκάνη στη ρίζα της συκιάς σου γεμάτη με σύκα ανοιγμένα. Με το νυχτικό βγήκες έξω τα χαράματα, πήρες το φαράσι και τη σκούπα να τα μαζεύεις. Μάζευες, μάζευες και τελειωμό δεν είχαν. Τα συκαλάκια σου, σκεφτόσουν, τα μελένια σου τα σύκα και μαράζωνες τη συκιά. Και έλεγες τι θα τρώμε τώρα τον Αύγουστο που δεν θα είχες τα συκαλάκια τα γλυκά, τι θα τρώμε τον Αύγουστο που δεν θα έχουμε σύκα.